AIDS και Γυναίκα
Ο όρος AIDS χρησιμοποιείται για τα προχωρημένα στάδια μόλυνσης από τον ιό HIV. Τα άτομα που πάσχουν από AIDS, έχουν ένα τόσο εξασθενημένο από τον ιο HIV ανοσοποιητικό σύστημα, που όταν έχουν μια λοίμωξη, η οποία σε υγιή άτομα θα είχε μηδαμινή επίδραση, αυτή μπορεί να αποβεί πολύ σοβαρή ή θανατηφόρα. Επιπλέον, τα άτομα με AIDS είναι ιδιαίτερα επιρρεπή στην ανάπτυξη διαφόρων μορφών καρκίνου. Αυτοί οι καρκίνοι είναι συνήθως πιο επιθετικοί και δύσκολο να αντιμετωπιστούν σε άτομα με AIDS.
Σύμφωνα με τα στατιστικά οι άνδρες αποτελούν την πλειονότητα των ασθενών που μολύνονται από τον ιο HIV και έχουν AIDS. Παρόλα αυτά ακόμη και σήμερα οι ρυθμοί μολύνσεων από τον HIV παραμένουν υψηλοί, καθιστώντας το AIDS ένα ζήτημα που αφορά όλα τα φύλα.
Πρώιμα συμπτώματα HIV
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν συμπτώματα όταν μολυνθούν για πρώτη φορά με τον ιό HIV. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να εμφανίσουν, εντός ενός ή δυο μηνών από την έκθεσή τους στον ιο HIV, μια πάθηση που μοιάζει με γρίπη (συμπεριλαμβανομένου αισθήματος κόπωσης, πυρετού, πονοκεφάλου και οιδήματος των λεμφαδένων). Αυτά τα συμπτώματα συνήθως εξαφανίζονται μέσα σε μια εβδομάδα έως ένα μήνα και συχνά συγχέονται με αυτά μιας άλλης ιογενούς λοίμωξης.
Πιο σοβαρά συμπτώματα μπορεί να μην εμφανιστούν για 10 και πλέον χρόνια, όταν το άτομο βρίσκεται στο στάδιο του AIDS. Καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα επιδεινώνεται, αρχίζουν να εμφανίζονται διάφορες επιπλοκές. Άλλα συχνά συμπτώματα που εμφανίζονται μήνες έως χρόνια πριν από την εμφάνιση του AIDS περιλαμβάνουν:
- Έλλειψη ενέργειας ή αίσθημα κόπωσης
- Απώλεια βάρους
- Συχνοί χαμηλοί πυρετοί
- Νυχτερινή εφίδρωση
- Συχνές στοματικές μυκητιασικές λοιμώξεις
- Δερματικά εξανθήματα ή άλλες δερματικές παθήσεις που δύσκολα θεραπεύονται
- Βραχυπρόθεσμη απώλεια μνήμης
Γυναικεία συμπτώματα HIV
Τα περισσότερα συμπτώματα της νόσου του HIV είναι παρόμοια σε άνδρες και γυναίκες. Οι γυναίκες που έχουν AIDS μπορεί να έχουν επιπλέον συμπτώματα, τα οποία εμφανίζονται συνήθως στα τελευταία στάδια του AIDS. Αυτά περιλαμβάνουν:
-
- Κολπικές λοιμώξεις όπως η βακτηριακή κολπίτιδα, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) όπως η γονόρροια, τα χλαμύδια και η τριχομονάδες, λοιμώξεις από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) που προκαλούν κονδυλώματα των γεννητικών οργάνων και μπορεί να οδηγήσουν σε καρκίνο του τραχήλου της μήτρας ή φλεγμονώδη νόσο της πυέλου (PID). Οι παραπάνω λοιμώξεις μπορεί να προκαλέσουν επιπρόσθετα συμπτώματα, όπως πυρετό, πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή, κοιλιακό πόνο και ασυνήθιστες κολπικές εκκρίσεις.
Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για HIV στις γυναίκες;
Ο HIV μεταδίδεται μέσω του αίματος, των προσπερματικών υγρών, του σπέρματος, των κολπικών υγρών, των υγρών του ορθού και του μητρικού γάλακτος. Στις γυναίκες, υπάρχουν διάφοροι παράγοντες μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο μετάδοσης του HIV. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του κολπικού ή πρωκτικού σεξ, μια γυναίκα διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο να προσβληθεί από τον ιό HIV. Η λέπτυνση και η ξηρότητα του κόλπου που σχετίζεται με την ηλικία μπορούν επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο HIV σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, επειδή μπορεί να προκαλέσουν ρήξη στον κόλπο κατά τη διάρκεια του σεξ και να οδηγήσουν στη μετάδοση του HIV. Ο κίνδυνος HIV μιας γυναίκας μπορεί επίσης να αυξηθεί εάν η ίδια ή ο σύντροφός της εμπλέκονται σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, όπως χρήση ενέσιμων ναρκωτικών ή σεξ με άλλους συντρόφους χωρίς τη χρήση προφυλακτικών.
Υπάρχουν προβλήματα που επηρεάζουν τη θεραπεία του HIV στις γυναίκες;
Η φαρμακευτική αγωγή για τον HIV, η οποία που ονομάζεται αντιρετροϊκή θεραπεία(ART) μπορεί να έχει αντίκτυπο σε δύο ζητήματα της γυναικείας υγείας:
-
Αντισύλληψη
Ορισμένες φαρμακευτικές αγωγές για τον HIV μπορεί να μειώσουν την αποτελεσματικότητα των ορμονικών αντισυλληπτικών, όπως τα αντισυλληπτικά χάπια, τα έμπλαστρα, οι δακτύλιοι ή τα εμφυτεύματα. Γι αυτό το λόγο, οι γυναίκες που λαμβάνουν φάρμακα για τον HIV μπορεί να απαιτείται να χρησιμοποιήσουν άλλες ή συνδυαστικές μορφές αντισύλληψης.
-
Εγκυμοσύνη
Η φαρμακευτική αγωγή για τον HIV κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού μειώνει δραστικά τον κίνδυνο περιγεννητικής μετάδοσης του HIV, μέχρι και κάτω του 1%. Φυσικά, ο μόνος τρόπος να γίνει σωστή και εξατομικευμένη θεραπεία για τον HIV στην εγκυμοσύνη είναι ο γυναικολόγος και οι συνεργαζόμενοι ιατροί γνωρίζουν ότι η μέλλουσα μητέρα πάσχει από HIV, καθώς η θεραπεία είναι πιο αποτελεσματική όταν ξεκινά νωρίς στην εγκυμοσύνη. Οι γυναίκες που πάσχουν από AIDS συνίσταται να μη θηλάζουν, γιατί σε κάποιες περιπτώσεις ο HIV μεταδίδεται με αυτόν τον τρόπο.
Ωστόσο, η επιλογή ενός θεραπευτικού σχήματος για τον HIV κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της τρέχουσας ή προηγούμενης φαρμακευτικής αγωγής για τον HIV, το ιατρικό ιστορικό της ασθενούς, κ.ά, ενώ μπορεί να χρειαστεί αλλαγή ή προσαρμογή της κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Σημαντική υπενθύμιση
Συμβάλλοντας στην απαλοιφή του στίγματος για τους ασθενείς με AIDS, αξίζει να σημειωθεί ότι:
- O HIV δε μεταδίδεται μέσω του σάλιου, του δαγκώματος, του ιδρώτα, των φιλιών, των ούρων, του φτερνίσματος, της κοινής χρήσης τουαλετών, πισινών, λουτρών, πετσετών ή μαχαιροπήρουνων, της δερματικής επαφής, της επαφής με ζώα ή τους τσιμπήματος από έντομα, όπως τα κουνούπια και της παροχής πρώτων βοηθειών (φιλί της ζωής).
- Σε περίπτωση όπου κάποιο άτομο πιστεύει ότι μπορεί να έχει εκτεθεί στον ιό HIV, μπορεί να ζητήσει ιατρική βοήθεια, λαμβάνοντας ειδική φαρμακευτική αγωγή, η οποία ονομάζεται “Post-exposure prophylaxis (PEP)” (προφύλαξη μετά την έκθεση). Αν ληφθεί εντός 72 ωρών (ή ιδανικά εντός 24 ωρών), αυτή η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αποτρέψει τη μόλυνση από τον ιό HIV.