Η υστερεκτομή είναι η χειρουργική επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται η μήτρα. Πρόκειται για μια επέμβαση που χρησιμοποιείται ευρέως για τη θεραπεία πολλών σοβαρών γυναικολογικών παθήσεων και την πρόληψη και θεραπεία γυναικολογικών καρκίνων. Η υστερεκτομή πραγματοποιείται συνήθως σε γυναίκες ηλικίας 40 έως 50 ετών, ενώ στην πλειονότητα των περιπτώσεων πραγματοποιείται λαπαροσκοπικά.
Η υστερεκτομή δεν πραγματοποιείται μόνο με έναν τρόπο, αλλά υπάρχουν διαφορετικά είδη. Το είδος της υστερεκτομής που πραγματοποιείται, εξαρτάται από την πάθηση για την οποία διεξάγεται και το βαθμό στο οποίο έχει επηρεαστεί από αυτήν η μήτρα και τα υπόλοιπα όργανα του αναπαραγωγικού συστήματος.
Τα βασικά είδη υστερεκτομής είναι:
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η ολική υστερεκτομή περιλαμβάνει την αφαίρεση της μήτρας και του τραχήλου. Σπανιότερα γίνεται αφαίρεση του περιβάλλοντος ιστού, στον οποίο μπορεί να συμπεριλαμβάνονται οι σάλπιγγες (σαλπιγγοεκτομή), οι ωοθήκες (ωοθηκεκτομή), οι λεμφαδένες, ο κόλπος ή ο λιπώδης ιστός.
Κατά την υφολική υστερεκτομή, αφαιρείται μόνο η μήτρα, ενώ ο τράχηλος και τα γειτονικά αναπαραγωγικά όργανα μένουν ανέπαφα.
Η υστερεκτομή αποτελεί τη σημαντικότερη θεραπευτική μέθοδο για πολλές σοβαρές γυναικολογικές παθήσεις και καρκίνους. Πιο συγκεκριμένα, η υστερεκτομή πραγματοποιείται για τη θεραπεία των εξής παθήσεων:
Η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος διεξαγωγής της υστερεκτομής είναι η λαπαροσκόπηση, γι αυτό και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, πραγματοποιείται λαπαροσκοπική υστερεκτομή. Ωστόσο, σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να πραγματοποιηθεί με ανοιχτό χειρουργείο.
Ο χρόνος ανάρρωσης από μια υστερεκτομή εξαρτάται από το είδος της και τις ιδιαιτερότητες της ασθενούς. Για μια λαπαροσκοπική υστερεκτομή ο μέσος χρόνος ανάρρωσης είναι περίπου μια εβδομάδα. Ωστόσο, η ασθενής είναι σε θέση να σηκώνεται μόνη της και να περπατάει την ίδια ημέρα της επέμβασης, ενώ την επόμενη ημέρα μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι της, επιτυγχάνοντας άμεση επάνοδο στην καθημερινότητα.
Μετά την υστερεκτομή, όσες γυναίκες είχαν έμμηνο ρύση, δεν αντιλαμβάνονται καμία διαφορά στο σώμα τους εφόσον έχουν διατηρηθεί οι ωοθήκες. Εάν κατά την υστερεκτομή ή λόγω σοβαρής γυναικολογικής πάθησης κριθεί απαραίτητη η αφαίρεση των ωοθηκών οι γυναίκες θα βιώσουν συμπτώματα εμμηνόπαυσης μετά την επέμβαση. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται χειρουργική εμμηνόπαυση και δε διαφέρει από τη φυσική εμμηνόπαυση. Ανάλογα με το ατομικό ιατρικό ιστορικό και τις ανάγκες της ασθενούς, ο ιατρός μπορεί να προτείνει θεραπεία ορμονικής αποκατάστασης, για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης.
Εάν κατά την ολική υστερεκτομή έχει αφαιρεθεί ο τράχηλος της μήτρας, η ασθενής δεν χρειάζεται να υποβάλλεται πια σε τεστ ΠΑΠ, ούτε να χρησιμοποιεί αντισύλληψη, παρά μόνο προφυλακτικό για την προστασία από τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Ωστόσο, η ασθενής πραγματοποιεί επισκέψεις στον ιατρό, ανάλογα με τις οδηγίες του.
Πολλές γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε υστερεκτομή, βιώνουν αρνητικά συναισθήματα, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η ψυχική τους υγεία. Ο ιατρός, πέρα από το κομμάτι της θεραπείας του σώματος, βρίσκεται δίπλα σε κάθε γυναίκα ως σύμμαχος. Μέσα από την εμπειρία, τη γνώση και την εξειδίκευση του, μπορεί να απαντήσει σε οποιοδήποτε ερώτημα, ανησυχία ή απορία έχει η ασθενής πριν και μετά την υστερεκτομή. Η λειτουργικότητα του αναπαραγωγικού συστήματος, η σεξουαλική διάθεση και δραστηριότητα, η διατήρηση της θηλυκότητας, οι αλλαγές στο σώμα, το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό και το πώς αυτό σχετίζεται με το είδος της υστερεκτομής που θα πραγματοποιηθεί, αλλά και οι ψυχολογικές προεκτάσεις της χειρουργικής εμμηνόπαυσης είναι ζητήματα που απασχολούν κάθε ασθενή που πρόκειται ή έχει υποβληθεί σε υστερεκτομή. Η συμβουλευτική επιτρέπει στον ιατρό να προσφέρει απαντήσεις και εξατομικευμένη ιατρική βοήθεια, καθώς η υστερεκτομή είναι μια επέμβαση που σχετίζεται με πολύ προσωπικά ζητήματα, ενώ κάθε περίπτωση είναι διαφορετική.
Ο Δρ. Στυλιανός Κογεώργος υπογραμμίζει ότι: