Εξωμήτρια ή έκτοπη κύηση είναι μια εγκυμοσύνη μη βιώσιμη για το έμβρυο και δυνητικά επικίνδυνη για τη γυναίκα. Προκύπτει, όταν, κατά τη διάρκεια της σύλληψης, το γονιμοποιημένο ωάριο εγκαθίσταται έξω από τη μήτρα, συνήθως σε μία από τις δύο σάλπιγγες.
Παρόλο που τα αίτια που προκαλούν εξωμήτρια κύηση δεν είναι ξεκάθαρα, συνήθως, προκαλείται όταν οι σάλπιγγες είναι στενές ή κλειστές και ιδίως όταν συνυπάρχει φλεγμονή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διέλθει το γονιμοποιημένο ωάριο.
Στις περισσότερες περιπτώσεις εξωμήτριας κύησης χρειάζεται να γίνει λαπαροσκόπηση για την αφαίρεση του κυήματος, καθώς η εγκυμοσύνη δε μπορεί να προχωρήσει. Σπανιότερα, η εξωμήτρια κύηση μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στη γυναίκα, καθώς μπορεί να προκαλέσει ρήξη στην σάλπιγγα.
Τα συμπτώματα μιας εξωμήτριας κύησης είναι παρόμοια με μιας φυσιολογικής εγκυμοσύνης και προκύπτουν συνήθως μεταξύ 4ης και 12ης εβδομάδας κύησης.
Πιο συγκεκριμένα, η γυναίκα συνήθως έχει στα χέρια της ένα θετικό τεστ εγκυμοσύνης και ταυτόχρονα μπορεί να βιώνει συμπτώματα εγκυμοσύνης όπως:
Και συμπτώματα που δε συνάδουν με φυσιολογική εγκυμοσύνη, όπως:
Η διάγνωση μιας εξωμήτριας κύησης πραγματοποιείται μέσα από γυναικολογικές εξετάσεις όπως το μαιευτικό υπερηχογράφημα και εξειδικευμένες αιματολογικές εξετάσεις.
Η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος θεραπείας της εξωμήτριας κύησης είναι η λαπαροσκόπηση, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις, όπου μπορεί να πραγματοποιηθεί θεραπεία μέσω φαρμακευτικής αγωγής.
Για τη θεραπεία της εξωμήτριας κύησης υπάρχουν δύο είδη λαπαροσκόπησης. Το είδος της λαπαροσκόπησης που πραγματοποιείται, εξαρτάται από το βαθμό στο οποίο έχει επηρεαστεί από την εξωμήτρια κύηση η σάλπιγγα.
Τα είδη λαπαροσκόπησης για τη θεραπεία της εξωμήτριας κύησης είναι:
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η δυνατότητα μελλοντικής εγκυμοσύνης και η γονιμότητα δεν επηρεάζεται από τη θεραπεία της εξωμήτριας κύησης, ακόμα και σε περίπτωση αφαίρεσης της σάλπιγγας, με την προϋπόθεση ότι η δεύτερη σάλπιγγα είναι λειτουργική.
Επιπλέον, μια εξωμήτρια κύηση μπορεί να αποτελέσει μια ψυχολογική δοκιμασία για τη γυναίκα ή το ζευγάρι. Ο ιατρός, πέρα από το κομμάτι της θεραπείας του σώματος, βρίσκεται δίπλα σε κάθε γυναίκα ως σύμμαχος. Μέσα από την εμπειρία, τη γνώση και την εξειδίκευση του, μπορεί να απαντήσει σε οποιοδήποτε ερώτημα, ανησυχία ή απορία έχει η γυναίκα για την εξωμήτρια κύηση. Συνήθως, μετά από μια εξωμήτρια κύηση, συστήνεται να μεσολαβήσει ένα διάστημα τουλάχιστον δύο φυσιολογικών έμμηνων ρύσεων, πριν ξεκινήσουν ξανά οι προσπάθειες σύλληψης, αρκεί η γυναίκα ή το ζευγάρι να είναι ψυχολογικά έτοιμοι.
Παρόλο που τα αίτια που προκαλούν εξωμήτρια κύηση δεν είναι ξεκάθαρα, συνήθως, προκαλείται όταν οι σάλπιγγες είναι στενές ή κλειστές, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διέλθει το γονιμοποιημένο ωάριο. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εξωμήτριας κύησης.
Οι παράγοντες οι οποίοι μπορούν να αποτελέσουν τα αίτια της εξωμήτριας κύησης είναι:
Ο Δρ. Στυλιανός Κογεώργος υπογραμμίζει ότι η λαπαροσκόπηση αποτελεί την πιο ενδεδειγμένη μέθοδο θεραπείας της εξωμήτριας κύησης, καθώς μια σωστά θεραπευμένη εξωμήτρια κύηση δεν επηρεάζει τη δυνατότητα μελλοντικής εγκυμοσύνης και τη γονιμότητα.